μετατρέπω (metatrépo)
English: convert
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About μετατρέπω
As a verb, μετατρέπω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Pronunciation
Hyphenation: με‧τα‧τρέ‧πω
Definitions & Examples
- verb:to convert, change into
 
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | μετατρέπομαι μετατρέπω  | θα μετατρέπομαι | μετέτρεψα μετατράπηκα  | μετέτρεπα μετατρεπόμουν μετατρεπόμουνα  | 
| εσύ | μετατρέπεις μετατρέπεσαι  | θα μετατρέπεις | μετέτρεψες μετατράπηκες  | μετέτρεπες μετατρεπόσουν μετατρεπόσουνα  | 
| αυτός/αυτή/αυτό | μετατρέπει μετατρέπεται  | θα μετατρέπει | μετέτρεψε μετατράπηκε  | μετέτρεπε μετατρεπόταν μετατρεπότανε  | 
| εμείς | μετατρέπουμε μετατρεπόμαστε  | θα μετατρέπουμε | μετατρέψαμε μετατραπήκαμε  | μετατρέπαμε μετατρεπόμασταν μετατρεπόμαστε  | 
| εσείς | μετατρέπεστε μετατρέπετε  | θα μετατρέπεστε | μετατρέψατε μετατραπήκατε  | μετατρέπατε μετατρεπόσασταν μετατρεπόσαστε  | 
| αυτοί/αυτές/αυτά | μετατρέπονται μετατρέπουν μετατρέπουνε  | θα μετατρέπονται | μετέτρεψαν μετατράπηκαν μετατρέψαν μετατρέψανε μετατραπήκαν μετατραπήκανε  | μετέτρεπαν μετατρέπαν μετατρέπανε μετατρέπονταν μετατρεπόντουσαν  | 
Active Voice
Other Forms
μετάτρεπε
 • Singular • Active
μετάτρεψε
 • Singular • Active
μετατρέπεστε
 • Singular • Passive
μετατρέπετε
 • Singular • Active
μετατρέπου
 • Singular • Passive
μετατρέψου
 • Singular • Passive
μετατρέψτε
 • Singular • Active
μετατραπείτε
 • Singular • Passive
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "μετατρέπω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.