ανατρέπω (anatrépo)

Magnifying glass

Search for other Greek words or browse our vocabulary lists

Linguistic Information

Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular

About ανατρέπω

As a verb, ανατρέπω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.

Pronunciation

Hyphenation: α‧να‧τρέ‧πω

Definitions & Examples

  • verb:
    to defeat, thwart
  • verb:
    to overrule, overturn
  • verb:
    to overturn, capsize
  • verb:
    to refute

Verb Conjugation Tables

 Present tenseFuture tenseAorist past tensePast cont. tense
εγώ
ανατρέπομαι
ανατρέπομαι
ανατρέπω
θα ανατρέπομαι
ανέτρεψα
ανατράπηκα
ανέτρεπα
ανατρεπόμουν
ανατρεπόμουνα
εσύ
ανατρέπεις
ανατρέπεσαι
θα ανατρέπεις
ανέτρεψες
ανατράπηκες
ανέτρεπες
ανατρεπόσουν
ανατρεπόσουνα
αυτός/αυτή/αυτό
ανατρέπει
ανατρέπεται
θα ανατρέπει
ανέτρεψε
ανατράπηκε
ανέτρεπε
ανατρεπόταν
ανατρεπότανε
εμείς
ανατρέπουμε
ανατρεπόμαστε
θα ανατρέπουμε
ανατρέψαμε
ανατραπήκαμε
ανατρέπαμε
ανατρεπόμασταν
ανατρεπόμαστε
εσείς
ανατρέπεστε
ανατρέπετε
θα ανατρέπεστε
ανατρέψατε
ανατραπήκατε
ανατρέπατε
ανατρεπόσασταν
ανατρεπόσαστε
αυτοί/αυτές/αυτά
ανατρέπονται
ανατρέπουν
ανατρέπουνε
θα ανατρέπονται
ανέτρεψαν
ανατράπηκαν
ανατρέψαν
ανατρέψανε
ανατραπήκαν
ανατραπήκανε
ανέτρεπαν
ανατρέπαν
ανατρέπανε
ανατρέπονταν
ανατρεπόντουσαν

Active Voice

Other Forms

ανάτρεπε
• Singular • Active
ανάτρεψε
• Singular • Active
ανατρέπεστε
• Singular • Passive
ανατρέπετε
• Singular • Active
ανατρέπου
• Singular • Passive
ανατρέψου
• Singular • Passive
ανατρέψτε
• Singular • Active
ανατραπείτε
• Singular • Passive

Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "ανατρέπω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.

Related Words