διαγράφω (diagrápho)
English: delete
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About διαγράφω
As a verb, διαγράφω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Pronunciation
Hyphenation: δι‧α‧γρά‧φω
Definitions & Examples
- verb:to cross out, to strike through, to strike out (draw a line through to mark deletion)
- verb:to delete, to erase
- verb:to trace (:curved line, trajectory, etc.)
- verb:to delineate, to outline
Verb Conjugation Tables
Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
---|---|---|---|---|
εγώ | διαγράφομαι διαγράφω | θα διαγράφομαι | διαγράφ διαγράφτ | διέγραφα διαγραφόμουν διαγραφόμουνα |
εσύ | διαγράφεις διαγράφεσαι | θα διαγράφεις | διέγραψες διαγράφ διαγράφτ | διέγραφες διαγραφόσουν διαγραφόσουνα |
αυτός/αυτή/αυτό | διαγράφει διαγράφεται | θα διαγράφει | διέγραψε διαγράφ διαγράφτ | διέγραφε διαγραφόταν διαγραφότανε |
εμείς | διαγράφουμε διαγραφόμαστε | θα διαγράφουμε | διαγράψαμε διαγραφ διαγραφτ | διαγράφαμε διαγραφόμασταν διαγραφόμαστε |
εσείς | διαγράφεστε διαγράφετε | θα διαγράφεστε | διαγράψατε διαγραφ διαγραφτ | διαγράφατε διαγραφόσασταν διαγραφόσαστε |
αυτοί/αυτές/αυτά | διαγράφονται διαγράφουν διαγράφουνε | θα διαγράφονται | διέγραψαν διαγράφ διαγράφτ διαγράψαν διαγράψανε διαγραφ διαγραφτ | διέγραφαν διαγράφαν διαγράφανε διαγράφονταν διαγραφόντουσαν |
Active Voice
Passive Voice
Singular
Case | Masculine | Feminine | Neuter |
---|---|---|---|
Nominative | διαγραμμένος | διαγραμμένη | διαγραμμένο |
Genitive | διαγραμμένου | διαγραμμένης | διαγραμμένου |
Accusative | διαγραμμένο | διαγραμμένη | διαγραμμένο |
Vocative | διαγραμμένε | διαγραμμένη | διαγραμμένο |
Plural
Case | Masculine | Feminine | Neuter |
---|---|---|---|
Nominative | διαγραμμένοι | διαγραμμένες | διαγραμμένα |
Genitive | διαγραμμένων | διαγραμμένων | διαγραμμένων |
Accusative | διαγραμμένους | διαγραμμένες | διαγραμμένα |
Vocative | διαγραμμένοι | διαγραμμένες | διαγραμμένα |
Other Forms
διάγραφε
• Singular • Active
διάγραψε
• Singular • Active
διαγράφεστε
• Singular • Passive
διαγράφετε
• Singular • Active
διαγράφου
• Singular • Passive
διαγράψου
• Singular • Passive
διαγράψτε
• Singular • Active
διαγραφ
• Singular • Passive
διαγραφτ
• Singular • Passive
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "διαγράφω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.