διατηρώ (diatiró)
English: preserve
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About διατηρώ
As a verb, διατηρώ is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Note: Additional linguistic information from Wiktionary is not available for this word.
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | διατηρούμαι διατηρώ  | θα διατηρούμαι | διατήρησα διατηρήθηκα  | διατηρούμουν διατηρούσα  | 
| εσύ | διατηρείς διατηρείσαι  | θα διατηρείς | διατήρησες διατηρήθηκες  | διατηρούσες διατηρούσουν  | 
| αυτός/αυτή/αυτό | διατηρεί διατηρείται  | θα διατηρεί | διατήρησε διατηρήθηκε  | διατηρούνταν διατηρούσε  | 
| εμείς | διατηρούμαστε διατηρούμε  | θα διατηρούμαστε | διατηρήσαμε διατηρηθήκαμε  | διατηρούμασταν διατηρούμαστε διατηρούσαμε  | 
| εσείς | διατηρείστε διατηρείτε  | θα διατηρείστε | διατηρήσατε διατηρηθήκατε  | διατηρούσασταν διατηρούσαστε διατηρούσατε  | 
| αυτοί/αυτές/αυτά | διατηρούν διατηρούνε διατηρούνται  | θα διατηρούν | διατήρησαν διατηρήθηκαν διατηρήσαν διατηρήσανε διατηρηθήκαν διατηρηθήκανε  | διατηρούνταν διατηρούσαν διατηρούσανε  | 
Passive Voice
Singular
| Case | Masculine | Feminine | Neuter | 
|---|---|---|---|
| Nominative | διατηρημένος | διατηρημένη | διατηρημένο | 
| Genitive | διατηρημένου | διατηρημένης | διατηρημένου | 
| Accusative | διατηρημένο | διατηρημένη | διατηρημένο | 
| Vocative | διατηρημένε | διατηρημένη | διατηρημένο | 
Plural
| Case | Masculine | Feminine | Neuter | 
|---|---|---|---|
| Nominative | διατηρημένοι | διατηρημένες | διατηρημένα | 
| Genitive | διατηρημένων | διατηρημένων | διατηρημένων | 
| Accusative | διατηρημένους | διατηρημένες | διατηρημένα | 
| Vocative | διατηρημένοι | διατηρημένες | διατηρημένα | 
Active Voice
Other Forms
διατήρει
 • Singular • Active
διατήρησε
 • Singular • Active
διατηρήσου
 • Singular • Passive
διατηρήστε
 • Singular • Active
διατηρείστε
 • Singular • Passive
διατηρείτε
 • Singular • Active
διατηρηθείτε
 • Singular • Passive
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "διατηρώ" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.