ξεκουμπώνω (xekoubóno)

Magnifying glass

Search for other Greek words or browse our vocabulary lists

Linguistic Information

Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular

About ξεκουμπώνω

As a verb, ξεκουμπώνω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.

Note: Additional linguistic information from Wiktionary is not available for this word.

Verb Conjugation Tables

 Present tenseFuture tenseAorist past tensePast cont. tense
εγώ
ξεκουμπώνομαι
ξεκουμπώνω
θα ξεκουμπώνομαι
ξεκουμπώθηκα
ξεκούμπωσα
ξεκουμπωνόμουν
ξεκουμπωνόμουνα
ξεκούμπωνα
εσύ
ξεκουμπώνεις
ξεκουμπώνεσαι
θα ξεκουμπώνεις
ξεκουμπώθηκες
ξεκούμπωσες
ξεκουμπωνόσουν
ξεκουμπωνόσουνα
ξεκούμπωνες
αυτός/αυτή/αυτό
ξεκουμπώνει
ξεκουμπώνεται
θα ξεκουμπώνει
ξεκουμπώθηκε
ξεκούμπωσε
ξεκουμπωνόταν
ξεκουμπωνότανε
ξεκούμπωνε
εμείς
ξεκουμπωνόμαστε
ξεκουμπώνουμε
θα ξεκουμπωνόμαστε
ξεκουμπωθήκαμε
ξεκουμπώσαμε
ξεκουμπωνόμασταν
ξεκουμπωνόμαστε
ξεκουμπώναμε
εσείς
ξεκουμπώνεστε
ξεκουμπώνετε
θα ξεκουμπώνεστε
ξεκουμπωθήκατε
ξεκουμπώσατε
ξεκουμπωνόσασταν
ξεκουμπωνόσαστε
ξεκουμπώνατε
αυτοί/αυτές/αυτά
ξεκουμπώνονται
ξεκουμπώνουν
ξεκουμπώνουνε
θα ξεκουμπώνονται
ξεκουμπωθήκαν
ξεκουμπωθήκανε
ξεκουμπώθηκαν
ξεκουμπώσαν
ξεκουμπώσανε
ξεκούμπωσαν
ξεκουμπωνόντουσαν
ξεκουμπώναν
ξεκουμπώνανε
ξεκουμπώνονταν
ξεκούμπωναν

Passive Voice

Singular

CaseMasculineFeminineNeuter
Nominativeξεκουμπωμένοςξεκουμπωμένηξεκουμπωμένο
Genitiveξεκουμπωμένουξεκουμπωμένηςξεκουμπωμένου
Accusativeξεκουμπωμένοξεκουμπωμένηξεκουμπωμένο
Vocativeξεκουμπωμένεξεκουμπωμένηξεκουμπωμένο

Plural

CaseMasculineFeminineNeuter
Nominativeξεκουμπωμένοιξεκουμπωμένεςξεκουμπωμένα
Genitiveξεκουμπωμένωνξεκουμπωμένωνξεκουμπωμένων
Accusativeξεκουμπωμένουςξεκουμπωμένεςξεκουμπωμένα
Vocativeξεκουμπωμένοιξεκουμπωμένεςξεκουμπωμένα

Active Voice

Other Forms

ξεκουμπωθείτε
• Singular • Passive
ξεκουμπώνεστε
• Singular • Passive
ξεκουμπώνετε
• Singular • Active
ξεκουμπώνου
• Singular • Passive
ξεκουμπώσου
• Singular • Passive
ξεκουμπώστε
• Singular • Active
ξεκούμπωνε
• Singular • Active
ξεκούμπωσε
• Singular • Active

Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "ξεκουμπώνω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.