προκηρύσσω (prokirísso)
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About προκηρύσσω
As a verb, προκηρύσσω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Note: Additional linguistic information from Wiktionary is not available for this word.
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | προκηρύσσομαι προκηρύσσω | θα προκηρύσσομαι | προκήρυξα προκηρύχτηκα | προκήρυσσα προκηρυσσόμουν προκηρυσσόμουνα |
| εσύ | προκηρύσσεις προκηρύσσεσαι | θα προκηρύσσεις | προκήρυξες προκηρύχτηκες | προκήρυσσες προκηρυσσόσουν προκηρυσσόσουνα |
| αυτός/αυτή/αυτό | προκηρύσσει προκηρύσσεται | θα προκηρύσσει | προκήρυξε προκηρύχτηκε | προκήρυσσε προκηρυσσόταν προκηρυσσότανε |
| εμείς | προκηρυσσόμαστε προκηρύσσουμε | θα προκηρυσσόμαστε | προκηρυχτήκαμε προκηρύξαμε | προκηρυσσόμασταν προκηρυσσόμαστε προκηρύσσαμε |
| εσείς | προκηρύσσεστε προκηρύσσετε | θα προκηρύσσεστε | προκηρυχτήκατε προκηρύξατε | προκηρυσσόσασταν προκηρυσσόσαστε προκηρύσσατε |
| αυτοί/αυτές/αυτά | προκηρύσσονται προκηρύσσουν προκηρύσσουνε | θα προκηρύσσονται | προκήρυξαν προκηρυχτήκαν προκηρυχτήκανε προκηρύξαν προκηρύξανε προκηρύχτηκαν | προκήρυσσαν προκηρυσσόντουσαν προκηρύσσαν προκηρύσσανε προκηρύσσονταν |
Passive Voice
Singular
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | προκηρυγμένος | προκηρυγμένη | προκηρυγμένο |
| Genitive | προκηρυγμένου | προκηρυγμένης | προκηρυγμένου |
| Accusative | προκηρυγμένο | προκηρυγμένη | προκηρυγμένο |
| Vocative | προκηρυγμένε | προκηρυγμένη | προκηρυγμένο |
Plural
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | προκηρυγμένοι | προκηρυγμένες | προκηρυγμένα |
| Genitive | προκηρυγμένων | προκηρυγμένων | προκηρυγμένων |
| Accusative | προκηρυγμένους | προκηρυγμένες | προκηρυγμένα |
| Vocative | προκηρυγμένοι | προκηρυγμένες | προκηρυγμένα |
Active Voice
Other Forms
προκήρυξε
• Singular • Active
προκήρυσσε
• Singular • Active
προκηρυχτείτε
• Singular • Passive
προκηρύξου
• Singular • Passive
προκηρύξτε
• Singular • Active
προκηρύσσεστε
• Singular • Passive
προκηρύσσετε
• Singular • Active
προκηρύσσου
• Singular • Passive
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "προκηρύσσω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.