τροποποιώ (tropopió)
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About τροποποιώ
As a verb, τροποποιώ is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Passive voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Definitions & Examples
- verb:to modify, alter, change, amend
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | τροποποιούμαι τροποποιώ | θα τροποποιούμαι | τροποποιήθηκα | τροποποιούμουν |
| εσύ | τροποποιείσαι | θα τροποποιείσαι | τροποποιήθηκες | τροποποιούσουν |
| αυτός/αυτή/αυτό | τροποποιείται | θα τροποποιείται | τροποποιήθηκε | τροποποιούνταν |
| εμείς | τροποποιούμαστε | θα τροποποιούμαστε | τροποποιηθήκαμε | τροποποιούμασταν τροποποιούμαστε |
| εσείς | τροποποιείστε | θα τροποποιείστε | τροποποιηθήκατε | τροποποιούσασταν τροποποιούσαστε |
| αυτοί/αυτές/αυτά | τροποποιούνται | θα τροποποιούνται | τροποποιήθηκαν τροποποιηθήκαν τροποποιηθήκανε | τροποποιούνταν |
Passive Voice
Singular
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | τροποποιημένος | τροποποιημένη | τροποποιημένο |
| Genitive | τροποποιημένου | τροποποιημένης | τροποποιημένου |
| Accusative | τροποποιημένο | τροποποιημένη | τροποποιημένο |
| Vocative | τροποποιημένε | τροποποιημένη | τροποποιημένο |
Plural
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | τροποποιημένοι | τροποποιημένες | τροποποιημένα |
| Genitive | τροποποιημένων | τροποποιημένων | τροποποιημένων |
| Accusative | τροποποιημένους | τροποποιημένες | τροποποιημένα |
| Vocative | τροποποιημένοι | τροποποιημένες | τροποποιημένα |
Active Voice
Other Forms
τροποποιήσου
• Singular • Passive
τροποποιείστε
• Singular • Passive
τροποποιηθείτε
• Singular • Passive
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "τροποποιώ" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.