φορώ (phoró)
English: wear
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About φορώ
As a verb, φορώ is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Pronunciation
Hyphenation: φο‧ρώ
Definitions & Examples
- verb:alternative form of φοράω (
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | φοράω φοριέμαι φορώ | θα φοράώ | φορέθηκα φόρεσα | φοριόμουν φοριόμουνα φορούσα φόραγα |
| εσύ | φοράς φορείς φοριέσαι | θα φοράς | φορέθηκες φόρεσες | φοριόσουν φοριόσουνα φορούσες φόραγες |
| αυτός/αυτή/αυτό | φορά φοράει φορεί φοριέται | θα φορά | φορέθηκε φόρεσε | φοριόταν φοριότανε φορούσε φόραγε |
| εμείς | φοράμε φοριόμαστε φορούμε | θα φοράμε | φορέσαμε φορεθήκαμε | φοράγαμε φοριόμασταν φοριόμαστε φορούσαμε |
| εσείς | φοράτε φορείτε φοριέστε | θα φοράτε | φορέσατε φορεθήκατε | φοράγατε φοριόσασταν φοριόσαστε φορούσαν |
| αυτοί/αυτές/αυτά | φοράν φοράνε φοριούνται φορούν φορούνε | θα φοράν | φορέθηκαν φορέσαν φορέσανε φορεθήκαν φορεθήκανε φόρεσαν | φοράγανε φοριούνταν φοριόνταν φοριόντανε φοριόντουσαν φορούσαν φορούσανε φόραγαν |
Passive Voice
Singular
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | φορεμένος | φορεμένη | φορεμένο |
| Genitive | φορεμένου | φορεμένης | φορεμένου |
| Accusative | φορεμένο | φορεμένη | φορεμένο |
| Vocative | φορεμένε | φορεμένη | φορεμένο |
Plural
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | φορεμένοι | φορεμένες | φορεμένα |
| Genitive | φορεμένων | φορεμένων | φορεμένων |
| Accusative | φορεμένους | φορεμένες | φορεμένα |
| Vocative | φορεμένοι | φορεμένες | φορεμένα |
Active Voice
Other Forms
φοράτε
• Singular • Active
φορέσου
• Singular • Passive
φορέστε
• Singular • Active
φορείτε
• Singular • Active
φορεθείτε
• Singular • Passive
φοριέστε
• Singular • Passive
φόρα
• Singular • Active
φόραγε
• Singular • Active
φόρεσε
• Singular • Active
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "φορώ" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.