υπολογίζω (ipologízo)
English: calculate
Search for other Greek words or browse our vocabulary lists
Linguistic Information
Word Typeverb
Casenominative
NumberSingular
About υπολογίζω
As a verb, υπολογίζω is in the Present tense, in the Indicative mood, and the Active voice. Learning to use this verb in various contexts will enhance your fluency.
Note: Additional linguistic information from Wiktionary is not available for this word.
Verb Conjugation Tables
| Present tense | Future tense | Aorist past tense | Past cont. tense | |
|---|---|---|---|---|
| εγώ | υπολογίζομαι υπολογίζω | θα υπολογίζομαι | υπολογίστηκα υπολόγισα | υπολογιζόμουν υπολογιζόμουνα υπολόγιζα |
| εσύ | υπολογίζεις υπολογίζεσαι | θα υπολογίζεις | υπολογίστηκες υπολόγισες | υπολογιζόσουν υπολογιζόσουνα υπολόγιζες |
| αυτός/αυτή/αυτό | υπολογίζει υπολογίζεται | θα υπολογίζει | υπολογίστηκε υπολόγισε | υπολογιζόταν υπολογιζότανε υπολόγιζε |
| εμείς | υπολογίζουμε υπολογιζόμαστε | θα υπολογίζουμε | υπολογίσαμε υπολογιστήκαμε | υπολογίζαμε υπολογιζόμασταν υπολογιζόμαστε |
| εσείς | υπολογίζεστε υπολογίζετε | θα υπολογίζεστε | υπολογίσατε υπολογιστήκατε | υπολογίζατε υπολογιζόσασταν υπολογιζόσαστε |
| αυτοί/αυτές/αυτά | υπολογίζονται υπολογίζουν υπολογίζουνε | θα υπολογίζονται | υπολογίσαν υπολογίσανε υπολογίστηκαν υπολογιστήκαν υπολογιστήκανε υπολόγισαν | υπολογίζαν υπολογίζανε υπολογίζονταν υπολογιζόντουσαν υπολόγιζαν |
Active Voice
Passive Voice
Singular
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | υπολογισμένος | υπολογισμένη | υπολογισμένο |
| Genitive | υπολογισμένου | υπολογισμένης | υπολογισμένου |
| Accusative | υπολογισμένο | υπολογισμένη | υπολογισμένο |
| Vocative | υπολογισμένε | υπολογισμένη | υπολογισμένο |
Plural
| Case | Masculine | Feminine | Neuter |
|---|---|---|---|
| Nominative | υπολογισμένοι | υπολογισμένες | υπολογισμένα |
| Genitive | υπολογισμένων | υπολογισμένων | υπολογισμένων |
| Accusative | υπολογισμένους | υπολογισμένες | υπολογισμένα |
| Vocative | υπολογισμένοι | υπολογισμένες | υπολογισμένα |
Other Forms
υπολογίζεστε
• Singular • Passive
υπολογίζετε
• Singular • Active
υπολογίζου
• Singular • Passive
υπολογίσου
• Singular • Passive
υπολογίστε
• Singular • Active
υπολογιστείτε
• Singular • Passive
υπολόγιζε
• Singular • Active
υπολόγισε
• Singular • Active
Note: The conjugation tables show the standard forms of the verb "υπολογίζω" organized by tense and person. Greek verbs often have multiple acceptable forms, especially in colloquial speech.